τριφωνία

τριφωνία
η
συναυλία ή χορωδία από τρία μουσικά όργανα ή τρεις φωνές.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • τριφωνία — η, Ν 1. μουσικό σύνολο, μελωδία ή χορωδία με τρεις φωνές 2. συναυλία με τρία όργανα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίφωνος. Η λ. μαρτυρείται από το 1768 στον Καισ. Δαπόντε] …   Dictionary of Greek

  • ГЛАС — [греч. ἦχος, букв. звук, молва, мелодия, напев; лат. tonus, tropus, modus; арм. ձայյճ; груз. ჴმა(?)ბულლეტ или ხმა; сир. qâl], элемент осмогласия (октоиха), интонационно мелодической организации традиц. систем церковного пения в христ. культурах… …   Православная энциклопедия

  • τριφωνικός — ή, ό, Ν [τριφωνία] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τριφωνία 2. αυτός που εκτελείται από τρεις φωνές ή από τρία όργανα …   Dictionary of Greek

  • Όσκαρ — I (Oscar). Όνομα βασιλιάδων της Σουηδίας και της Νορβηγίας. 1. Ό. Α’ (Παρίσι 1799 – 1859). Ήταν γιος του Γάλλου στρατηγού Μπερναρντότ. Όταν αργότερα ο πατέρας του έγινε βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας με το όνομα Κάρολος ΙΔ’ τον ονόμασε… …   Dictionary of Greek

  • Όσκαρ — I (Oscar). Όνομα βασιλιάδων της Σουηδίας και της Νορβηγίας. 1. Ό. Α’ (Παρίσι 1799 – 1859). Ήταν γιος του Γάλλου στρατηγού Μπερναρντότ. Όταν αργότερα ο πατέρας του έγινε βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας με το όνομα Κάρολος ΙΔ’ τον ονόμασε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”